Τον τελευταίο καιρό, βρίσκοντας τη νευρολογία απίστευτη βαρετή και την ψυχιατρική πιο κουραστική από ποτέ, τις εφημερίες ατελείωτες και τη δουλειά μου ανιαρή, αναρωτήθηκα, γιατί έγινα γιατρός. Δε θα σας πω ψέματα, ότι ήθελα να σώσω τον κόσμο, να πάω στους γιατρούς χωρίς σύνορα, να απαλύνω τη δυστυχία των ανθρώπων. Τίποτα απ’ όλα αυτά.
Γιατρός έγινα, γιατί δενεμπιστευόμουντους γιατρούς. Περνώντας σε μικρή ηλικία μεγάλεςπεριπέτειεςμε την υγεία μου, οριακές εμπειρίες, αγωνιώντας για τη ζωή μου και θέλοντας να καταλάβω όλα αυτά που οι άλλοι ήξεραν, αλλά εγώ αγνοούσα, αποφάσισα να εξασφαλίσω το μέλλον μου με το να γίνω κι εγώ μια απ’ αυτούς τους ξερόλες και νασπουδάσωΙατρική.
Από αγάπη για τον άνθρωπο, έγινα ψυχίατρος. Όταν στο τελευταίο έτος της Ιατρικής έκαναπρακτική στη Σταυρούπολη και είδα πως είναι η τρέλα, η σχιζοφρένεια, η κατάθλιψη, οι εξαρτήσεις, ένιωσα για πρώτη φορά πως κάποιος με χρειάζεται. Όχι ότι οι υπόλοιποι ασθενείς δεν έχουν ανάγκη τον γιατρό, απλώς αυτοί οι άνθρωποι χρειάζονται κάποιον που δεν τους φοβάται, δεν τους κρίνει και δεν αποστρέφει το βλέμμα του μπροστά σ’ αυτό που δεν μπορεί να καταλάβει.
Η πλειοψηφία των φοιτητών επέλεγε Νευρολογία αντί για Ψυχιατρική στο έκτο έτος. Από φόβο για τους τρελούς. Εμένα με τραβούσε η ψυχιατρική σα μαγνήτης. Έβλεπα τον πόνο του ανθρώπου, που ζει στο περιθώριο, τηνανυπεράσπιστηφύση μας, μπροστά σε κάτι πιο δυνατό από μας. Ταυτίζομαι απόλυτα με το εξής ρητό της Marguerite Yourcenar: «Δεν αγαπάμε αρκετά τους ανθρώπους , όταν δεν αγαπάμε την αθλιότητα , την ταπείνωση και τη δυστυχία τους…».
Από τότε έχω δουλέψει με σχιζοφρενείς, παιδεραστές, διαταραγμένους ανθρώπους, εγκληματίες, ναρκομανείς, βιαστές,μητροκτόνους, παιδοκτόνους. Στον καθένα βρήκα κάτι ανθρώπινο, κάτι απ’ όπου μπορούσα να πιαστώ για να τον συμπαθήσω. Γιατί δεν υπάρχει θεραπεία χωρίς συμπάθεια.
Σήμερα, Χριστούγεννα, πέρασα μια βόλτα από τον πρώτο σταθμό, που δούλεψα ξεκινώντας την ειδικότητα. Στον κήπο βρήκα μια ασθενή που την ξέρω τέσσερα χρόνια. Στην εγκυμοσύνη τηςπροσπαθούσενα σκοτώσει το μωρό της, χτυπώντας με την κοιλιά τηςστουςτοίχους. Καθότανξυπόλυτηκαι κάπνιζε κοιτώντας τη βροχή, ανέκφραστη. Στάθηκα για λίγο δίπλα της. «Η μαμά μου λέει, πως πρέπει να φοράμε πάντα κάλτσες. Από τα πόδια κρυώνει ο άνθρωπος.», είπα αόριστα χωρίς να την κοιτάζω. Στο ανέκφραστο πρόσωπο της σχηματίστηκε ένα χαμόγελο. Δεν είπαμε τίποτε άλλο.
ΚαλάΧριστούγεννακαι να αγαπάτε, όταν αυτό είναι το δυσκολότερο, που μπορείτε να κάνετε.
Χρόνια πολλά!!!! Είμαι Β’ Λυκείου και θέλω και εγώ να περάσω
ιατρική… Διαβάζω εδώ και καιρό το blog σου και σε πάω πολύ!! Η
αμεσότητα σου και ο τρόπος που γράφεις είναι υπέροχος ελπίζω να μην
σταματήσεις να γράφεις!!!!
Άννα
Χρόνια πολλά!!!! Είμαι Β’ Λυκείου και θέλω και εγώ να περάσω
ιατρική… Διαβάζω εδώ και καιρό το blog σου και σε πάω πολύ!! Η
αμεσότητα σου και ο τρόπος που γράφεις είναι υπέροχος ελπίζω να μην
σταματήσεις να γράφεις!!!!
Άννα
Μου αρέσει!Μου αρέσει!
Συνέχισε ακάθεκτη με την ίδια ψυχική δύναμη. Ο λόγος σου,
εμπνέει και παρακινεί! 😉
Μου αρέσει!Μου αρέσει!